Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2013

Pierre Reverdy




Η μαύρη όχθη


Ο κόσμος καταρρέει σε κρουνούς κάτω από την παλιά 
του αρχιτεκτονική . Υπάρχουν αίθουσες συμποσίων , αίθουσες
χορού , υπάρχουν αίθουσες βασανιστηρίων . Εκκωφαν -
ντικοί θόρυβοι , μάζες μαύρων καπνών μέσα σε όλες τις γωνιές
και στα κλειστά κεφάλια που περιστρέφονται σαν ουρές πα -
γωνιού κάτω από τις αχτίδες στο υψυλής έντασης ρεύμα της
δόξας . Ανάμεσ' απ' τα παράθυρα που ανοίγουν επάνω στη νύ -
χτασαν βγαλμένα μάτια καμιά δεν εισδύει αχτίδα , ούτε νεύ -
μα , ούτε ματιά , οι κραυγές ανεβαίνουν στον ουρανό και πε -
φτουν ξανά παγωμένες , σβησμένες σαν σπίθες που εκκενώ -
νονται μέσα σε κρύα αυτιά παιδιών που είναι πιότερο από γυ -
μνά και ζητιανεύουν το θάνατο στο λιθόστρωτο . Υπάρχουν
σκυλιά που στριγγλίζουν τρέχοντας , άσαρκες κοπέλλες και 
το πικρό τραγούδι που ανεβαίνει απ' το ρυάκι κάτω απ' τά πό -
δια των πολύ βιαστικών διαβατών . Ο πλούτος βρίσκεται μες
στον αέρα ενώ ξυστά στο έδαφος το πλήθος κάτω απ' τή βρο -
χή απλώνει τα κουρέλια του . ΄Ενα αμάξι περνά σαν αχτίδα
ευτυχίας μέσα σ' αυτή τη ζοφερή μάζα όπου επιμένει ένα αυ -
λάκι αστραφτερό καθώς σχισμή σ' ένα μετάξινο παραπέτα -
σμα . Πιότερο από πληγή κάποια αστραπή διακόπτοντας την
άλυσο των βημάτων που παρασύρει το πεζοδρόμιο μέσα
στον ρύπο της νύχτας .

Μετάφραση : Τάκη Βαρβιτσιώτη